Όψεις του αστικού και αγροτικού χώρου στα Επτάνησα (μέσα 19ου- αρχές 20ου αιώνα)


Υπεύθυνη έργου: Κατερίνα Μπρέγιαννη

Πρόγραμμα σύνθεσης

Κατά τον χρονολογικό ορίζοντα της έρευνας διαμορφώνεται η εθνική αγορά: το τραπεζικό σύστημα, οι δημοσιονομικές πρακτικές, η εφαρμογή συναλλαγματικής και νομισματικής πολιτικής, η μετάβαση σε ένα νέο καθεστώς αγροτικής ιδιοκτησίας με βάση το ρωμαϊκό δίκαιο, αποτελούν μερικές μόνο από τις εκφάνσεις της οικονομικής συγκρότησης του ελληνικού Βασιλείου. Σε αυτό το πλαίσιο, αφ'ενός η ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, αφ'ετέρου η θεσσαλική ενσωμάτωση συνιστούν ένα γεωγραφικό "πεδίο έρευνας" όσον αφορά τη μετάβαση από τους οικονομικούς θεσμούς των επικυριάρχων στην εθνική αγορά. Το πολύ αδρό αυτό περίγραμμα πλαισιώνεται από την κοινωνική "επεξεργασία" των οικονομικών μηχανισμών. Οι κοινωνικές νοοτροπίες απέναντι στα οικονομικά φαινόμενα, οι αναπαραστάσεις τους, αλλά και οι προσλήψεις της οικονομικής δραστηριότητας αποτυπώνονται μέσα από τεκμήρια που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν βιωματικά: επομένως, το απομνημόνευμα, η λογοτεχνική παραγωγή, η βιογραφία αποτελούν πηγή όχι για τη μελέτη των ίδιων των οικονομικών μηχανισμών αλλά για τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα προσλαμβάνουν τα οικονομικά φαινόμενα. Από την άλλη πλευρά, η κοινωνική απήχηση της οικονομικής μετάβασης, που συντελείται κατά την υπό εξέταση περίοδο, αλλά και οι διαφορετικές όψεις του επιχειρούμενου εκσυγχρονισμού διαχέονται στον πολιτικό λόγο, όπως και στο λόγο των ιθυνουσών ομάδων. Καταγράφεται, έτσι, η δυναμική των παρεμβάσεων, αλλά και το επιστημονικό/ιδεολογικό υπόβαθρο των μεταρρυθμιστικών τομών. 
Η ύπαρξη ενός γενικότερου ερευνητικού πλαισίου, αναφορικά με το σύνολο της επικράτειας, δεν αποτρέπει την επικέντρωση σε μια καθορισμένη γεωγραφική περιφέρεια. Συγκεκριμένα, η περίπτωση των Επτανήσων έχει ιδιαίτερο ερευνητικό και ιστοριογραφικό ενδιαφέρον, καθώς αποτελεί πεδίο όσμωσης, τόσο κοινωνικής όσο και πολιτισμικής. Η ανάπτυξη διοικητικών και οικονομικών θεσμών κατά την περίοδο της βρεταννικής Προστασίας και η αφομοίωση των Επτανήσων μετά την Ένωση συνιστούν, επίσης, ένα ενδιαφέρον πεδίο παρατήρησης για τον ιστορικό. Ειδικότερα, ο προβληματισμός για το ζήτημα της αγροτικής ιδιοκτησίας στα Επτάνησα, και ο τρόπος με τον οποίο συνδέεται με την ευρύτερη συζήτηση για το ελληνικό αγροτικό ζήτημα αποτελεί μείζον ερευνητικό αντικείμενο που δεν έχει, ωστόσο, ενσωματωθεί στις ελληνικές ιστορικές σπουδές. Από την άλλη πλευρά, η συγκρότηση του επτανησιακού κοινωνικού ιστού -απότοκο των πολλαπλών δυτικών κυριαρχιών- καταγράφει όχι μόνο την κοινωνική στρωματοποίηση ως αποτέλεσμα του οικονομικού μετασχηματισμού, αλλά και τη δημιουργία ενός δικτύου κυκλοφορίας των πολιτισμικών αγαθών. 
Επομένως, η μελέτη προβάλλει ως ιστοριογραφικό αιτούμενο τη σύζευξη του πραγματολογικού υλικού με τα εργαλεία της διανοητικής ιστορίας.